Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

(χλιδῇ σιγᾶν

См. также в других словарях:

  • χλιδή — η, ΝΜΑ τρυφηλότητα, ηδυπάθεια και μαλθακότητα («ὁρῶντες... τὸν Μακρῑνον ἐν χλιδῇ καὶ τρυφῇ διαιτώμενον», Ηρωδιαν.) νεοελλ. συνεκδ. ζωή μέσα στον πλούτο και στην πολυτέλεια αρχ. 1. αλαζονεία, ύβρις που οφείλεται στον πολυτελή και ακόλαστο βίο («μή …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»